Λινάρδος Ερμόλαος
Γενικός Γραμματέας της ΠΟΠΣ
Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος
«Τους της ευσεβείας καθηγητάς και της Εκκλησίας νυμφοστόλους και οδηγούς συν τω Βασιλείω, Γρηγόριον και Ιωάννην άμα ύμνοις τιμήσωμεν».
Μεγαλυνάριο Τριών Ιεραρχών
Εορτάζουμε την 30η Ιανουαρίου τη λαμπρή γιορτή των Τριών Ιεραρχών, των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, τον Μ.Βασίλειο, Γρηγόριο Θεολόγο και Ιωάννη Χρυσόστομο. Μια εορτή που είναι πλέον καθιερωμένη στη συνείδηση του ελληνικού έθνους ως Εορτή των Γραμμάτων και της Ορθόδοξης Ελληνικής Παιδείας.
Για 17 αιώνες συνέχεια μέχρι σήμερα εξακολουθούν να διδάσκουν χριστιανούς και εθνικούς, Έλληνες αλλά και κάθε εθνικότητας νέους και γενικά όλους όσοι σκύβουν με ευλάβεια να ξεδιψάσουν στα αστείρευτα και γάργαρα νερά του πνευματικού τους έργου.
Οι Τρείς Ιεράρχες άνοιξαν νέους δρόμους στον πνευματικό πολιτισμό. Οι υπέρλαμπροι αυτοί φωστήρες, πέτυχαν κατά τρόπο αξιοθαύμαστο και αποτελεσματικό να συγκεράσουν την αττική φιλοσοφία με τη χριστιανική διδασκαλία, τον Παρθενώνα με το Σπήλαιο της Βηθλεέμ και έτσι αναδείχθηκαν αρχιτέκτονες της ΕΛΛΗΝΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ.
Δεν ήταν απλώς διανοούμενοι και μάλιστα από τους καλύτερους, αλλά αγάπησαν και πόνεσαν τον άνθρωπο με όλη τη δύναμη της ψυχής τους.
Ολόκληρο το πνευματικό οικοδόμημά τους που κληροδότησαν στις επερχόμενες γενιές περιέχει τα σεμνότερα και ευγενέστερα ιδανικά της ανθρώπινης ψυχής. Η αγάπη, η φιλανθρωπία, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η εκτέλεση του καθήκοντος, η ελευθερία είναι στοιχεία που ανήκουν στην υγιή παιδεία τους. Θεωρούσαν απαράδεκτο τον διαχωρισμό του ηθικού από τον πνευματικό βίο και ούτε μπορούσαν να διανοηθούν άνθρωπο πνευματικά καλλιεργημένο με μειωμένη ηθική. Δεν θα μπορούσαν όμως να διδάξουν και να πράξουν αυτά που δεν είχαν μάθει. Επιγραμματικά μας το λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος στον δεύτερο θεολογικό του Λόγο: «Σοφισθήναι δει πρώτον και είτα σοφίσαι. Γενέσθαι φως και φωτίσαι, εγγίσαι Θεώ και προσαγαγείν άλλους. Αγιασθήναι και αγιάσαι».
Ευτύχησαν και οι Τρεις Άγιοι Πατέρες να βρεθούν από την αρχή της ζωής τους σ’ ένα υπέροχο πρώτο σχολείο που ήταν η οικογένεια. Μετά από προσωπική αναζήτηση, μελέτη και άσκηση είναι πλέον κοινωνικοί εργάτες, ιερείς και αρχιερείς. Βρίσκονται κοντά στον λαό, στο ποίμνιό τους. Βλέπουν και ζουν τα προβλήματά του, μελετούν τις ανάγκες του και προσπαθούν να λύσουν τις υλικές και πνευματικές δυσκολίες του. Δύο μεγάλα προβλήματα τους βασανίζουν, η φτώχεια και ο πόνος. Δεν αντέχουν να βλέπουν τους ανθρώπους να πεινούν. Μπροστά στη θλιβερή πνευματική, κοινωνική αλλά και πολιτική και πολιτειακή κατάσταση κατά την πρώτη περίοδο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και έχοντες επίγνωση της αποστολής τους, όπως προηγουμένως και οι Άγιοι Απόστολοι και οι άμεσοι διάδοχοί τους, αντιμετωπίζουν δυσκολίες, αλλά μόνο με την πειθώ και τη διδασκαλία, το παράδειγμα και τη θυσία, παρείχαν εαυτόν υπόδειγμα όπως όφειλαν να ζουν όλοι οι χριστιανοί.
Η ηθική διδασκαλία του Βασιλείου είναι εξόχως κοινωνική. Θεμέλιο των κοινωνικών σχέσεων είναι η αγάπη και η φιλανθρωπία. Του πλούτου ο σκοπός είναι κοινωνικός και πρέπει να κατανέμεται στους έχοντες ανάγκη, χωρίς να σπαταλάται σε πολυτέλειες. Ο πλούσιος δεν είναι ιδιοκτήτης των αγαθών τα οποία κατέχει αλλά απλός οικονόμος, διαχειριστής του κτήτορος των πάντων Θεού. Η εργασία είναι ευλογημένη, η δε εκμετάλλευση του κόπου του άλλου απαγορευτική. Ουδείς είναι εκ φύσεως δούλος. Η επί των χριστιανών επιβολή της πολιτικής εξουσίας, οργάνου του πρόσκαιρου κόσμου. Γίνεται ανεκτή μόνο εφόσον δεν παραβλάπτει την πνευματική και ηθική τάξη. Στην παρούσα πραγματικότητα προφυλακή του αιώνιου κόσμου είναι η Εκκλησία.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ολόκληρο το βάρος του εκκλησιαστικού του έργου επί δεκαετίες το έδωσε στη διαχείριση των εκκλησιαστικών θεμάτων, στη φιλανθρωπία και στη διδασκαλία. Στον ιδ’ λόγο του «Περί φιλανθρωπίας» γράφει τα εξής: «Μηδαμώς, ώ φίλοι και αδελφοί, μη γενώμεθα κακοί των δοθέντων ημών αγαθών οικονόμοι, ίνα μη Πέτρου ακούσωμεν λέγοντος «Αισχυνθείτε οι κατέχοντες τα αλλότρια και μιμήσασθε ισότητα Θεού και ουδείς έσται πένης. Μιμησόμεθα νόμον Θεού ός βρέχει επί δικαίους και αμαρτωλούς… γήν δε χερσαίοις πάσιν ήπλωσεν άνετον και κρήνας και ποταμούς και ύλας… και τας πρώτας του ζήν αφορμάς αφθόνους άπασιν εχαρίσατο…».
Περισσότερο όμως πάντων των Αγίων Πατέρων ασχολήθηκε με τη διδασκαλία της πίστεώς μας ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Θεμέλιο του κοινωνικού βίου και ρίζα πάντων των αγαθών είναι η φιλανθρωπία ενώ ρίζα πάσης κακίας και ασέβειας είναι η απανθρωπιά.
Η απανθρωπία ή τουλάχιστον η αδιαφορία για τον πλησίον γέννησε στον άνθρωπο τον πόθο αύξησης της ιδιοκτησίας και έφερε την μάχη «όπου γάρ το εμόν και το σόν εκεί πάσα μάχης ιδέα και φιλονεικίας υπόθεσις».
Δεν υπήρχε εξαρχής από τον Αδάμ ο πόθος αυτός, αλλά μεταξύ των απογόνων τούτου παρουσιάστηκαν μερικοί λαίμαργοι και άρπαγες, οι οποίοι κληροδότησαν εις τους ιδικούς των τα ελαττώματα και τα πλούτη των. Ο διασκορπισμός των αγαθών είναι άδικος, διότι τα αγαθά δεν είναι ιδικά των αλλά του Θεού και πρέπει να δαπανώνται χάριν των συνανθρώπων.
Στην Ι’ Ομιλία του «Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» γράφει συν άλλοις και τα εξής: «…Ου γάρ μόνον υμάς βλάπτει ο πλούτος, ότι ληστάς οπλίζει καθ’ ημών, ούδ ότι τον νουν σκοτεί μετ’ επιτάσεως απάσης, αλλ’ ότι και της δουλείας εκβάλει του Θεού, αιχμαλώτους των αψύχων χρημάτων…»
Ο Απόστολος Παύλος στην Α’ Προς Κορινθίους επιστολή του γράφει: «Πάντα γαρ παρά Χριστού έχομεν…και το ζήν και το αναπνείν και το φως και τον αέρα και την γήν. Πάροικοι γαρ εσμέν και παρεπίδημοι. Το δε εμόν και το σόν τούτο ρήματα έστω ψιλά μόνον. Επεί δε πραγμάτων ούχ έστηκε. Επειδή ούκ εστίν ημέτερα αλλά του δεσπότου…»
Στις ομιλίες των Αγίων Πατέρων διαφαίνεται η μεγάλη ευαισθησία τους για την ανθρώπινη κοινωνία της εποχής τους. Οδηγούμενοι υπό του Αγίου Πνεύματος όχι μόνο οραματίζονται την κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και επιζητούν μέσα στις δύσκολες συνθήκες εκείνων των καιρών να την θεραπεύσουν.
Προέχουσα θέση έχει η περίφημη «Βασιλειάδα» του Μ.Βασιλείου, στην Καισάρεια, η οποία ιδρύθηκε γύρω στο 370, ως πλήρες συγκρότημα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων (νοσομοκείου, γηροκομείου, ξενώνες, ορφανοτροφείο, λεπροκομείο κλπ).
Επίσης υπό του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου αφιερώθηκε όλη η περιουσία της Εκκλησίας στη διακονία των φτωχών.
Όταν ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήταν ακόμη στην εκκλησία της Αντιόχειας, πρωτοστατούσε στην ανακούφιση των πενήτων και κατατρεγμένων. Έτσι ετρέφοντο κατά τους χρόνους του 3.000 κατατρεγμένες χήρες και παρθένοι, μεγάλος αριθμός ορφανών, περιέθαλπε πολυάριθμους ξένους, ασθενείς και φυλακισμένους. Από αυτή την περίοδο προέρχεται και ο μεγαλύτερος όγκος των ομιλιών του. Όταν εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ίδρυσε νοσοκομεία και άλλα ευαγή ιδρύματα, μεριμνούσε για τη συντήρηση χιλιάδων ορφανών κλπ.
Έτσι ο μεγάλος κοινωνικός οραματισμός των Τριών Ιεραρχών δεν παρέμεινε ουτοπία, αλλά έγινε πραγματικότητα διδάσκοντας και παραδειγματίζοντας προς δόξα Θεού.