Του Λινάρδου Ερμολάου, Γεν. Γραμματέα της ΠΟΠΣ
Επίτιμου Σχ. Συμβούλου
«Τὸ δὲ τὴν πόλιν σοι δοῦναι, οὔτ’ ἐμόν ἐστιν οὔτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτῃ·κοινῇ γὰρ γνώμῃ πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καὶ οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Με αυτά τα λόγια απάντησε ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου στη θρασεία πρόταση του Ασιάτη επιδρομέα, του Τούρκου σουλτάνου Μωάμεθ Β’, να του παραδώσει την Κωνσταντινούπολη, τη Βασιλεύουσα πόλη και να σωθεί δια της φυγής.
Η απάντηση αποτελεί την πρώτη λαμπρή υποθήκη του μάρτυρα βασιλέα, που συνοψίζει την μεγάλη απόφαση του Έθνους, τη βαθιά πίστη των υπερασπιστών της αιώνιας πόλης, την αξία αυτής και την αποστολή της.
Κατά την παραμονή της άλωσης της Πόλης, ο Κωνσταντίνος τη στιγμή κατά την οποία ο λαός λιτάνευε τις εικόνες και με δάκρυα έκραζε το «Κύριε ελέησον», συγκάλεσε τους άρχοντες και τους στρατιωτικούς του, όλους όσοι εμάχοντο υπέρ της πίστης και της ελευθερίας για να ακούσουν τα τελευταία του λόγια:
Κάθε φράση του βασιλιά προκαλεί ρίγη συγκίνησης και υψώνει το φρόνημα των υπηκόων του, θέτοντας ενώπιόν τους το καθήκον και το χρέος τους.
«…λέγω καὶ παρακαλῶ ὑμᾶς ἵνα στῆτε ἀνδρείως καὶ μετὰ γενναίας ψυχῆς, ὡς πάντοτε ἕως τοῦ νῦν ἐποιήσατε, κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστεως ἡμῶν».
Και συνεχίζει:
«Σ’ εσάς εμπιστεύομαι την περίλαμπρη και ξακουσμένη τούτη πόλη και πατρίδα μας και βασιλεύουσα των πόλεων. Ξέρετε καλά, αδέρφια, πως για τέσσερα πράγματα χρωστούμε να σκοτωθούμε παρά να ζήσουμε: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβειά μας, δεύτερον για την πατρίδα, τρίτον για το βασιλιά ως νόμιμο κυρίαρχο και τέταρτον για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδέρφια, αν χρωστάμε για ένα απ’ αυτά τα τέσσερα ν’ αγωνιζόμαστε ως την τελευταία πνοή μας, πολύ περισσότερο για όλα τούτα, αφού το βλέπετε ολοφάνερα πως κινδυνεύουμε να χάσουμε τα πάντα».
Η τετραλογία της μεγάλης θυσίας διαγράφεται με τόση λιτότητα από τα βασιλικά χείλη του Κων/νου Παλαιολόγου, όση όμως και πληρότητα. Πόση ευγένεια και πόση σεμνότητα κρύβουν τα λόγια του! Τη δύναμη και τα επιχειρήματά του αντλεί από την πηγή της βυζαντινής προσδοκίας αλλά και όχι μόνο. Με τη βοήθεια μεν του Θεού αλλά και με τας ιδίας δυνάμεις και τη συνείδηση της ιερότητας του αγώνα, καλεί τους συμπολεμιστές του να πολεμήσουν και τα νικήσουν.
Η σημασία αποδίδεται στην ψυχική υπεροχή των υπερασπιστών της Πόλης. Τα φαινόμενο τούτο αποτελεί το κατ’ εξοχήν γνώρισμα των Ελλήνων από αρχαιοτάτων χρόνων, δηλαδή να μάχονται ολίγοι εναντίον πολλών, άοπλοι εναντίον πανόπλων.
Έτσι, δια του στόματος του Κωνσταντίνου, τώρα που επαναλαμβάνεται η ιστορία, διακηρύσσεται ακριβώς και προφητικώς ότι το κύριο όπλο των Ελλήνων θα είναι το φρόνημα , το δίκαιον, η πεποίθηση για τη νίκη.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος υπενθυμίζει τους γενναίους προγόνους και ζητά συνέχεια των ηρωικών κατορθωμάτων εκείνων.
Τα τελευταία λόγια του είναι γεμάτα από τραγικό μεγαλείο: «Εάν εκ καρδίας φυλάξητε τα όσα ενετειλάμην υμίν, ελπίζω εις Θεόν ως λυτρωθείημεν ημείς της ενεστώσης αυτού απειλής. Και ο στέφανος ο αδαμάντινος εν ουρανοίς εναπόκειται υμίν και μνήμη αιώνιος και άξιος εν τω κόσμω έσεται».
Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου ζητά θυσία μέχρι θανάτου. Κάθε λόγος του και έκφραση της οδύνης και της μεγάλης απόφασης. Και ο τοιούτος θάνατος είναι επιβράβευση της αρετής.
Με αυτά τα λόγια δυνάμωσε η θέληση των υπερασπιστών της Βασιλεύουσας και του έδωσαν τη διαβεβαίωση: «Αποθάνωμεν υπέρ της Χριστού πίστεως και της πατρίδος ημών» για τα δύο ιδανικά που έμειναν στην ελληνική ιστορία ως μοναδικά, για να αγοράζονται από τον εχθρό τόσο συχνά με άφθονο ελληνικό αίμα. Με προτροπή του αυτοκράτορα ιερωμένοι κρατώντας εικόνες και λάβαρα οδήγησαν τα γυναικόπαιδα σε λιτανεία ολόγυρα στα τείχη, παρακαλώντας τον Θεό να μην τους παραδώσει στα εχθρικά χέρια. Ακολούθησε Θεία Λειτουργία στην Αγία Σοφία, όπου ο αυτοκράτορας κλαίγοντας και αγκαλιάζοντας τον λαό του ζήτησε συγχώρεση και κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων. Όλος ο λαός έκλαιγε. Οι σκηνές ήταν λίαν συγκινητικές, πέρα από κάθε περιγραφή. Με τρεις διαδοχικές φάσεις η μεγάλη επίθεση την 29η Μαΐου 1453 κατέληξε στην Άλωση της Πόλης. Στην πύλη του Αγίου Ρωμανού έπεσε όλο το βάρος της λυσσαλέας επίθεσης των Τούρκων. Κατά την 55η μέρα της φοβερής πολιορκίας μαζί με την ένδοξη πόλη, έπεφτε ο τελευταίος αυτοκράτορας σε ηλικία 49 ετών, 3 μηνών και 20 ημερών.
Η ζωή και κυρίως ο θάνατος του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου καθώς συνδέθηκαν με την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 και την υποδούλωση του ελληνικού γένους στους Τούρκους, συγκίνησαν και συνεχίζουν να συγκινούν τη λαϊκή ψυχή και συνδέθηκαν με τη σειρά τους στο σύνολο των παραδόσεων που αφορούν στην εθνική μας αποκατάσταση.
Με τον τρόπο αυτόν ο τελευταίος αυτοκράτορας πέρασε στον χώρο των εθνικών θρύλων, εκφράζοντας και σηματοδοτώντας με τη θυσία του αυτό που δεν είχε καταφέρει όσο ζούσε, αν και το είχε επιδιώξει, την αναγέννηση της αυτοκρατορίας και κυρίως την αποκατάσταση του γένους. Πολλά ποιήματα, τραγούδια, θρήνοι και παραδόσεις της άλωσης και προσωπικά αναφερόμενα στον Κωνσταντίνο, μας συγκινούν βαθύτατα.
Ένα από αυτά που κατέχει εξέχουσα θέση στη συνείδηση του λαού μας, είναι το τραγούδι ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ. Και είναι ευνόητο, αφού κανένα γεγονός της εθνικής μας ιστορίας δεν λύπησε τόσο καθολικά την ελληνική ψυχή, όσο η πτώση της Πόλης και η απώλεια της Μεγάλης Εκκλησίας.
«Σημαίνει ο Θιος, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κ’ η αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κ’ εξηνταδυό καμπάνες,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι’ απ’ την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.
Να μπούνε στο χερουβικό και νά βγη ο βασιλέας,
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι’ απ’ αρχαγγέλου στόμα.
«Πάψετε το χερουβικό κι’ ας χαμηλώσουν τ’ άγια,
παπάδες πάρτε τα ιερά, κ’ σεις κεριά σβηστήτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη.
Μόν στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να’ ρτούνε τριά καράβια·
το ‘να να πάρη το σταυρό και τ΄άλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας την μαγαρίσουν».
Η Δέσποινα ταράχτηκε, κ’ εδάκρυσαν οι εικόνες.
«Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά σας είναι».
Ένα άλλο ποίημα μιλά επίσης για την άλωση της Πόλης και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο:
«Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις.
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία,
το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους».
Κατά την λαϊκή πίστη ο ίδιος ο αυτοκράτορας κατόπιν θεϊκής θέλησης έχει «μαρμαρώσει» σε κάποια κρυφή σπηλιά και θα ζωντανέψει με θεϊκή παρέμβαση, για να ανακτήσει τα χαμένα εδάφη, όταν έλθει η καθορισμένη γι’ αυτό στιγμή.
Σε νεοελληνικές παραδόσεις και δημοτικά τραγούδια αναφέρονται παρόμοια υπερφυσικά φαινόμενα που πιστοποίησαν την άλωση της Πόλης και τροφοδότησαν την ελπίδα για απελευθέρωση.
Η παράδοση με τα μισοτηγανσμένα ψάρια που ζωντάνεψαν θαυματουργικά και έπεσαν στο αγίασμα της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής «Μπαλουκλί» έξω από τα τείχη της Κων/πολης γνώρισε μεγάλη διάδοση στον ελληνικό λαό.
Μετά την Άλωση και την υποδούλωση του γένους μας, το πνεύμα της αντίστασης και ανατάσεώς του δεν έσβησε ποτέ στον λαό μας. Το πνεύμα αυτό που στηριζόταν όχι στον ορθό λόγο, αλλά στο ηρωικό στοιχείο της συνείδησής του, συντηρούσε έναν μόνιμο επαναστατικό αναβρασμό από τον 15ο έως τον 19ο αιώνα. Την αντίδραση του Ελληνισμού ενάντια στην οθωμανική κυριαρχία ενσάρκωναν οι Κλέφτες, που κρατούσαν μόνιμα αναμμένη την επαναστατική φλόγα για 400 ή 500 ολόκληρα χρόνια. Στη χωρία των αγωνιστών του γένους μας ανήκουν και οι νεομάρτυρες της Εκκλησίας, που τους ενδυνάμωνε η αγάπη στον Χριστό και την ελευθερία.
Την Άλωση του 1453 ο ελληνισμός μπόρεσε να την ξεπεράσει με τη δημιουργία του ελληνικού εθνικού κράτους (που είναι αποτέλεσμα της επανάστασης του 1821). Η μνήμη της άλωσης είναι ιερή για όλους τους Έλληνες, απανταχού της γης.
Να βιώνουμε αυτή την ημέρα όχι ως αποφράδα ημέρα, αλλά ως ημέρα ενδοσκόπησης, να πάρουμε μηνύματα ζωής. Να δούμε τι είναι αυτό που κάνει τον ελληνισμό να αναγεννάται από τη στάχτη του. Να συνειδητοποιήσουμε ότι η συνέχεια του πολιτισμού μας ξεκινά από την αρχαιότητα, περνά από το Βυζάντιο και φθάνει μέχρι των ημερών μας. Αν θέλουμε, και έχουμε ιερή υποχρέωση, να διατηρήσουμε αλώβητο το ελληνικό έθνος μας, θα πρέπει να εμπνεόμαστε και να παραδειγματιζόμαστε από τα υψηλά πρότυπα αρετής και θυσίας του ελληνισμού, όπως υπήρξε η άγια μορφή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Βασικό ζητούμενο σήμερα είναι να προβληματιστούμε για τις αξίες που συνθέτουν το σημερινό εθνικό μας ιδεώδες.
Η μόνη μας ευκαιρία είναι να συγκροτήσουμε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου και να βασιστούμε στις αξίες που κράτησαν ζωντανό το έθνος μας για χιλιετίες. Τέτοιες είναι: η αρετή, η φιλοτιμία, η μεγαλοψυχία, η δικαιοσύνη, η δημοκρατία και η ελευθερία. Στην αβεβαιότητα και τη σκοτεινιά των σημερινών καιρών, ας θυμηθούμε τα λόγια του στρατηγού Μακρυγιάννη:
«Και αν είμαστε ολίγοι μπρος εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε με έναν τρόπο, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουν αυτείνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».